GLOSSARY ENTRY (DERIVED FROM QUESTION BELOW) | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
|
18:24 May 26, 2005 |
English to Greek translations [PRO] Tech/Engineering - Automotive / Cars & Trucks / car engines | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
|
| ||||||
| Selected response from: Konstantinos Karanikas B.Sc. Electr. Eng., MITI Greece Local time: 07:18 | ||||||
Grading comment
|
Summary of answers provided | ||||
---|---|---|---|---|
3 +3 | απόθεμα βάσεως |
|
απόθεμα βάσεως Explanation: stock = απόθεμα. 1. Προϊόν ή υλικό σε αποθήκευση μέχρι να χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί ή να μεταφερθεί σε κάποιο τελικό σημείο χρήσης. Για παράδειγμα, αργό πετρέλαιο σε δεξαμενή αποθήκευσης, ή ένα φορτίο χαρτοπολτού. 2. Σχεδιασμός ενός συγκεκριμένου υλικού όπως για παράδειγμα υλικό που ακτινοβολεί ή νάφθα. Αγγλοελληνικό Λεξικό Μηχανικών, McGraw - Hill, εκδ. Τζιόλα, Θεσ/νίκη -------------------------------------------------- Note added at 1 hr 4 mins (2005-05-26 19:29:03 GMT) -------------------------------------------------- ή μάλλον \'βασικά αποθέματα\'... -------------------------------------------------- Note added at 1 hr 9 mins (2005-05-26 19:33:47 GMT) -------------------------------------------------- http://216.239.59.104/search?q=cache:jFJgwoE2qBoJ:www.mindbr... κάτι σαν βασικό στοιχείο (συνθετικό έλαιο συνήθως) στο οποίο προστίθενται διάφορες άλλες ουσίες όπως αντιπηκτικά, βελτιωτικά ροής, κλπ. |
| |
Grading comment
| ||