Glossary entry (derived from question below)
English term or phrase:
studded
Greek translation:
διάστικτος
Added to glossary by
Vicky Papaprodromou
Feb 28, 2005 08:25
20 yrs ago
English term
"studded"
English to Greek
Tech/Engineering
Automotive / Cars & Trucks
Cars/ Sayings and Proverbs
To "studded" πως μεταφράζεται, ξέρει κανείς;
Είναι επίθετο πριν από "αλουμινένιο πορτάκι δεξαμενής καυσίμων του αυτοκινήτου"
Εγώ το μετέφρασα "διάστικτο", αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρη...
thanks again
Είναι επίθετο πριν από "αλουμινένιο πορτάκι δεξαμενής καυσίμων του αυτοκινήτου"
Εγώ το μετέφρασα "διάστικτο", αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρη...
thanks again
Proposed translations
(Greek)
4 | διάστικτος |
Vicky Papaprodromou
![]() |
2 +5 | πριτσινωμένο |
Costas Zannis
![]() |
3 +1 | κουμπωτό |
Katerina Kallitsi
![]() |
Proposed translations
2 hrs
English term (edited):
studded
Selected
διάστικτος
Καλημέρα, Μαρία.
Μάλλον το αποδίδεις σωστά.
"διάστικτος" δίνει και το Eurodicautom.
To IATE επίσης δίνει το "διάστικτος" καθώς και "με βελόνες (studded ring/studded cylinder, αντιολισθηρός (studded tyre), με καρφιά(studded rollers) αλλά νομίζω πως όλα τα υπόλοιπα δεν εξυπηρετούν.
Επίσης το studded θα μπορούσε νάναι "με προεξοχές" ή "κατάσπαρτος" αλλά θαρρώ πως είναι καλύτερα να παραμείνεις στο "διάστικτος".
Μάλλον το αποδίδεις σωστά.
"διάστικτος" δίνει και το Eurodicautom.
To IATE επίσης δίνει το "διάστικτος" καθώς και "με βελόνες (studded ring/studded cylinder, αντιολισθηρός (studded tyre), με καρφιά(studded rollers) αλλά νομίζω πως όλα τα υπόλοιπα δεν εξυπηρετούν.
Επίσης το studded θα μπορούσε νάναι "με προεξοχές" ή "κατάσπαρτος" αλλά θαρρώ πως είναι καλύτερα να παραμείνεις στο "διάστικτος".
4 KudoZ points awarded for this answer.
+5
4 hrs
πριτσινωμένο
Μπορεί να εννοεί και "πριτσινωμένο".
Peer comment(s):
agree |
Elena Petelos
: ...πριτσινωτό επίσης...
21 mins
|
...ό,τι πουν οι ειδικοί...
|
|
agree |
Calliope Sofianopoulos (X)
21 mins
|
:-)))
|
|
agree |
Vicky Papaprodromou
49 mins
|
Ευχαριστώ!
|
|
agree |
Katerina Kallitsi
: Θα μπορούσε να είναι, αλλά καλύτερα "πριτσινωτό" όπως λέει η Έλενα
2 hrs
|
Ευχαριστώ και για λογαριασμό της Έλενας.
|
|
agree |
Assimina Vavoula
1 day 3 hrs
|
+1
7 hrs
English term (edited):
studded
κουμπωτό
Όλες οι προτάσεις μπορεί να είναι σωστές, αλλά νομίζω αφορούν καθαρά τα λάστιχα του αυτοκινήτου. Για το πορτάκι του ρεζερβουάρ, και γενικά για ό,τι αφορά την ασφάλιση, νομίζω θα ταίριαζε καλύτερα το "κουμπωτό" ή πορτάκι "που ασφαλίζει" (με βίδα, με πείρο, με κουμπί, κλπ).
Peer comment(s):
agree |
Elena Petelos
2 days 4 hrs
|
Ευχαριστώ, Έλενα :-) Κι εγώ πιστεύω πως το "διάστικτος" είναι λίγο άσχετο στην περίπτωση αυτή
|
Discussion